Με τις ενισχύσεις επενδυτικών σχεδίων στις παραμεθόριες περιοχές και σε περιοχές που υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου του ΑΕΠ αναμένεται να κάνει πρεμιέρα ο νέος αναπτυξιακός νόμος, το σχέδιο του οποίου πήρε τον δρόμο για τη Βουλή μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης προχθές, Παρασκευή.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, συνολικά αναμένεται να προκηρυχθούν φέτος 3+2 καθεστώτα ενισχύσεων, τα οποία συνολικά θα ενισχύσουν με 600 εκατ. ευρώ, κυρίως με τη μορφή φοροαπαλλαγών, τα πρώτα επενδυτικά σχέδια που θα κατατεθούν και θα εγκριθούν.
Τα πρώτα τρία αναμένεται να τρέξουν αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου από τη Βουλή, κάτι που αναμένεται να γίνει εντός του μήνα. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό που έχει κάνει το υπουργείο Ανάπτυξης, η αρχή θα γίνει με το καθεστώς Περιοχών Ειδικής Ενίσχυσης. Πρόκειται ουσιαστικά για τα επενδυτικά σχέδια που θα πριμοδοτηθούν σε περιοχές με σημαντικό πρόβλημα ή στην παραμεθόριο. Ο προϋπολογισμός των ενισχύσεων για το συγκεκριμένο καθεστώς θα είναι 150 εκατ. ευρώ και σε αυτό θα μπορούν να υπαχθούν: «Παραγωγικές επενδύσεις από μεγάλες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των νεοφυών επιχειρήσεων που οδηγούν σε οικονομική διαφοροποίηση, εκσυγχρονισμό και οικονομική μεγέθυνση, επενδύσεις στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων που οδηγούν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και επενδύσεις στην ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, μεταξύ άλλων μέσω της πρόληψης και της μείωσης της δημιουργίας αποβλήτων, της αποδοτικής χρήσης των πόρων, της επαναχρησιμοποίησης, της επισκευής και της ανακύκλωσης».
Σχεδόν παράλληλα αναμένεται να προκηρυχθούν άλλα δύο καθεστώτα ενισχύσεων, ύψους 150 εκατ. ευρώ το καθένα. Πρόκειται για το καθεστώς των Μεγάλων Επενδύσεων και της Μεταποίησης – Εφοδιαστικής Αλυσίδας. Και αυτό καθώς η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης εκτιμά ότι με την προτεραιοποίηση μεγάλων επενδύσεων ή επενδύσεων στη μεταποίηση μπορεί να γίνει ένα βήμα στην κατεύθυνση του μεγάλου στόχου που έχει θέσει η κυβέρνηση, την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και την πριμοδότηση της βιομηχανίας και της μεταποίησης. Οι δε μεγάλες επενδύσεις είναι αυτές που μπορούν να δημιουργήσουν μεγαλύτερο αποτύπωμα τόσο στις τοπικές κοινωνίες όσο και στην οικονομία.
Tα όρια ενίσχυσης
Προκειμένου μάλιστα να προσελκυστούν και μεγάλοι παίκτες, πλέον με τον νέο αναπτυξιακό νόμο τα ανώτατα όρια ενίσχυσης αυξάνονται από τα 10 εκατ. στα 20 εκατ. ευρώ για μεμονωμένες επιχειρήσεις και από τα 30 εκατ. στα 50 εκατ. ευρώ για συνεργαζόμενες εταιρείες, ενώ θεσπίζεται κίνητρο ταχείας αδειοδότησης για τα καθεστώτα Περιοχών Ειδικής Ενίσχυσης και Μεγάλων Επενδύσεων.
Επίσης, το νομοσχέδιο για το καθεστώς των Μεγάλων Επενδύσεων προβλέπει στο κομμάτι των χρηματοδοτήσεων διευκολύνσεις πέραν των παραδοσιακών προβλέψεων. Ετσι, τα επενδυτικά σχέδια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τα οποία λαμβάνουν απόφαση υπαγωγής στο καθεστώς ενίσχυσης των Μεγάλων Επενδύσεων, θα μπορούν να λάβουν δάνεια βραχυπρόθεσμα έναντι της επιχορήγησης ή μακροπρόθεσμα για την υλοποίηση της επένδυσης, με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Development Law Financial Instrument Guarantee Fund (DeLFI GF) ή εναλλακτικά από άλλο ενισχυόμενο χρηματοδοτικό εργαλείο της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Επίσης, τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια που έχουν λάβει απόφαση υπαγωγής, είτε ανήκουν σε μεγάλες είτε σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θα μπορούν να υποβάλουν αίτηση δανειοδότησης από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) προκειμένου να λάβουν δάνειο με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, μετά το καλοκαίρι θα ακολουθήσει η προκήρυξη δύο ακόμα καθεστώτων. Πρόκειται για τα καθεστώτα Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και Χειροτεχνίας και Σύγχρονων Τεχνολογιών. Αμφότερα θα έχουν προϋπολογισμό ενισχύσεων γύρω στα 70 εκατ. ευρώ, περίπου το μισό από τα υπόλοιπα. Σημειώνεται ότι το καθεστώς των Σύγχρονων Τεχνολογιών ουσιαστικά αποτελεί συγχώνευση δύο βασικών καθεστώτων του τελευταίου αναπτυξιακού νόμου – Ψηφιακός Μετασχηματισμός και Ερευνα και Καινοτομία.
Διαβάστε επίσης:
Φόροι και εισφορές «τρώνε» πάνω από το 37% του εισοδήματος των εργαζομένων