Ο Μιχάλης Κόρακας γεννήθηκε στην Πόμπια το 1797. Λόγω της φτώχειας δεν έμαθε γράμματα και δόθηκε βοσκός στον φοβερό γενίτσαρο της Πλώρας, Αλήκα Μεχμέτ Αγά. Δεκαοχτώ χρονών φώλιασε στην ψυχή του το μίσος κατά των Τούρκων όταν είδε τον Αλήκα να σκοτώνει ένα θείο του και ορκίστηκε να εκδικηθεί. Έτσι, μια μέρα που ο Αλήκας πήγε να επιθεωρήσει τον Κόρακα, που έβλεπε το κοπάδι του, ο Κόρακας με την μαγκούρα του άρχισε να τον χτυπά στο κεφάλι μέχρι που τον σκότωσε.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιχάλης Καρούζος. Το παρανόμι "Κόρακας" του το έδωσαν οι Τούρκοι για την θυελλώδη ορμή με την οποία ορμούσε εναντίον τους, σκορπώντας την καταστροφή. Για την παιδική του ηλικία ως και τα δεκαοχτώ του χρόνια δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Ήταν όμως από παιδί ατίθασος και ζωηρός. Ο λαϊκός ποιητής «Βενέτικος» λέει για τον καπετάν Κόρακα: «δεκαοχτώ χρονών τονε και βγήκε στο ποδάρι και σκότωσε έναν αγά που ήτο παλικάρι». Μετά το φόνο του αγά ο Μιχάλης παρουσιάστηκε στον συμπατριώτη του Χουλογιάννη (από τους καπεταναίους του χωριού) και του είπε απλά: «σκότωσα τον αγά και φεύγω». Από το βράδυ εκείνο αρχίζει ο βίος του καπετάν Μιχάλη Κόρακα, του αγωνιστή της ελευθερίας της Κρήτης, πάνω στα βουνά.
Όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση του 1821 στην Ελλάδα, ο Κόρακας πολεμά στο πλευρό του οπλαρχηγού Μιχάλη Κουρμούλη, εναντίον του Μουσταφά πασά στα Σφακιά. Από τα Σφακιά εξαπλώνεται η επανάσταση σε ολόκληρο το νησί. Ο Κόρακας κατεβαίνει πάλι στην περιοχή της Μεσσαράς. Δημιουργεί σώμα αντάρτικο 45 ανδρών και αρχίζει τη δράση του. Στα χωριά Πετροκεφάλι και Κούσε οι Τούρκοι είχαν αρπάξει 39 νέες τις οποίες ο Κόρακας κατόρθωσε να απελευθερώσει (1825). Τον πλαισίωναν σπουδαίοι πολεμιστές όπως ο Πετρογιάννης, ο Μαστραχάς, ο Αστρινός, ο Τσικριτζής, ο Τσακίρης, ο Τυλιανάκης, ο Χουλάκης κ.α.
Ο Μιχάλης Κόρακας, τραυματίστηκε στη Μαλάξα το 1826. Μετά την ανάρρωσή του αγωνίζεται στο πλευρό του Καραϊσκάκη στην πολιορκία της Ακροπόλεως στην Αθήνα. Το 1827 με 69 Κρητικούς, Καρπάθιους και Κάσιους εξοπλίζει 3 μικρά πλοία και πολεμά Τούρκους και Αιγυπτίους στην περιοχή της Καρπάθου και της Κάσου καθώς και στο Κρητικό και Λιβυκό πέλαγος. Ο αγώνας του το 1828 επικεντρώνεται στην Κρήτη. Μετακινείται ξανά στην Κάρπαθο και μετά στη Νάξο. Εν συνεχεία τον συναντούμε στο Νεόκαστρο της Πελοποννήσου όπου συμμετείχε στην ομώνυμη μάχη. Μαζί με άλλους Κρητικούς, που συγκέντρωσε ο ίδιος στην Πελοπόννησο, μαζί με τον Καλλέργη κατέστειλαν τη στάση του Γιατράκου.
Του δόθηκε για τις υπηρεσίες του ο βαθμός του λοχαγού αλλά και 100 στρέμματα γης στο Ναύπλιο. Όμως το 1834 τα εγκαταλείπει όλα, για να συμμετέχει στις επαναστάσεις στην Κρήτη το 1841 και 1858. Στη Μεγάλη Επανάσταση του 1866 ως 1869 είχε το ρόλο του Γενικού Αρχηγού των 125 επαρχιών της Ανατολικής Κρήτης. Κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο 1877/78 ο καπετάν Κόρακας περίπου 81 ετών μπαίνει επικεφαλής του αγώνα στην περιοχή του Ηρακλείου. Μετά τη μεσολάβηση των Μεγάλων Δυνάμεων δίνονται στους Κρητικούς τα προνόμια της Χαλέπας και η Κρήτη ηρεμεί. Ο Μιχάλης Κόρακας μεταβαίνει στην Αθήνα. Τον τιμά ο Γεώργιος Α΄, δίνοντάς του έκταση 15 στρεμμάτων και τιμητική σύνταξη 10 εικοσόφραγκων. Είχε τιμηθεί προηγουμένως και με τον Χάλκινο Σταυρό του Φοίνικα αλλά και από Πατριάρχη Φώτιο της Αλεξάνδρειας. Οι συμπολεμιστές του έτρεφαν λατρεία για το πρόσωπό του και τον αποκαλούσαν «πατέρα». Ύστερα από κάποια χρόνια διαμονής στην Αθήνα επέστρεψε στο χωριό του.
Μετά από μια ηρωική ζωή αφιερωμένη στην ελευθερία πέθανε στον τόπο του στις 28 Σεπτεμβρίου 1882. Ήταν 85 ετών. Πάνω στον τάφο του (δίπλα στην εκκλησία του Αγ. Γεωργίου Πόμπιας) υπάρχει η επιγραφή: "Έπρεπε στην ψηλότερη κορφή Ψηλορείτη το μνήμα του να γίνει και να αφήσουν ανοιχτή πολεμική θυρίδα τη νύχτα να σηκώνεται τον ύπνο του ν' αφήνει και να φυλάει, και νεκρός ακόμη, την Πατρίδα ".
Άγαλμα του Μιχαήλ Κόρακα, του μεγάλου αυτού Κρητικού αγωνιστή για την απελευθέρωση του τόπου του, υπάρχει στο Ηράκλειο στην Χανιόπορτα, μπροστά από το στάδιο της Ελευθερίας.
Πληροφορίες απο Wikipedia και balkanwars.gr