Στα χέρια του ανακριτή έχει περάσει η υπόθεση του κυκλώματος εξαπάτησης εκατοντάδων επενδυτών.
Πρώτος τον κύκλο των απολογιών ανοίγει ο κρητικός επιχειρηματίας ο οποίος -μαζί με τον συγκατηγορούμενό του - φέρεται ως εκ των εγκεφάλων της υπόθεσης απάτης.
Το κατηγορητήριο για τον κρητικό επιχειρηματία
Οι κατηγορίες που αποδίδονται στον επιχειρηματία είναι βαρύτατες, όπως ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, εγκληματική οργάνωση κ.ά. Οι υπόλοιποι πέντε κατηγορούμενοι της υπόθεσης, αναμένεται να απολογηθούν την ερχόμενη Κυριακή.
Στο κατηγορητήριο που έχουν συντάξει οι ανακριτικές αρχές σε βάρος των δύο βασικών «πρωταγωνιστών» της υπόθεσης αναφέρονται ποσά που προκαλούν ίλιγγο, αλλά και ένα πάρτι εκατομμυρίων σε εξωχώριες εταιρίες με έδρα τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους.
Ο τρόπος λειτουργίας των επενδυτικών δομών ήταν ο εξής:
Οι εμπλεκόμενοι προσέγγιζαν διάφορα άτομα-επενδυτές και επικαλούμενοι τις «εξειδικευμένες» χρηματοοικονομικές γνώσεις τους και τους «ακαδημαϊκούς τίτλους» του 48χρονου χρηματιστή, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «ειδήμων» στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος, τους έπειθαν να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά, υποσχόμενοι μεγάλα κέρδη και αποδόσεις μεγαλύτερες του 3% τον μήνα.
Στην προσπάθειά τους να γίνουν πειστικοί, οι δράστες έστελναν σε μηνιαία βάση ενημερωτικά σημειώματα προς τους επενδυτές, σύμφωνα με τα οποία η επένδυσή τους ήταν συνεχώς κερδοφόρα. Με τον τρόπο αυτό, έπειθαν τους επενδυτές είτε να μην εξαργυρώσουν τα συνεχώς αυξανόμενα κεφάλαιά τους, είτε να επενδύσουν επιπλέον χρήματα. Παράλληλα, δελέαζαν και νέους επενδυτές να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.
Η είσοδος νέων κεφαλαίων στις επενδυτικές δομές έδινε τη δυνατότητα στα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης να πληρώνουν στους επενδυτές τα υποτιθέμενα κέρδη τους και σε ορισμένες περιπτώσεις το σύνολο των κεφαλαίων τους. Με αυτό τον τρόπο εδραίωναν το αίσθημα εμπιστοσύνης και ταυτόχρονα αποκόμιζαν μεγάλα χρηματικά ποσά, ως αμοιβή για τις υποτιθέμενες υπηρεσίες που παρείχαν. Ετσι, η οργάνωση κατάφερε να συντηρήσει τις «επενδυτικές δομές» μέχρι τον Μάιο του 2015, οπότε το σύνολο των κεφαλαίων τα οποία είχαν ως τότε «επενδυθεί» αναλώθηκαν.