Διευρύνεται το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών περιοχών της Γερμανίας, μολονότι το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας έχει συνολικά μειωθεί στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Σχετικό ρεπορτάζ της Deutsche Welle αναφέρεται στην τελευταία έρευνα για τη φτώχεια που εκπόνησε η ένωση Paritatische Wohlfahrtsverband μεταξύ 95 περιοχών της Γερμανίας. Από τα πορίσματα της έρευνας προκύπτει πως τουλάχιστον στο 25% αυτών των περιοχών η φτώχεια έχει αυξηθεί κατά 20% μέσα στην τελευταία δεκαετία.
«Παρά την ευχάριστη είδηση ότι η φτώχεια έχει μειωθεί στο 15,5% σε εθνικό επίπεδο, το χάσμα ανάμεσα στις περιοχές που ευημερούν και σε εκείνες που πλήττονται από τη φτώχεια διευρύνεται σταθερά και σαφέστατα», τόνισε παρουσιάζοντας την εν λόγω έκθεση ο διευθύνων σύμβουλος της Paritatische Wohlfahrtsverband, Ούρλιχ Σνάιντερ. Ο ίδιος τόνισε, μάλιστα, πως τα τελευταία στοιχεία διαψεύδουν τον παραδοσιακό διαχωρισμό ανάμεσα στο πλούσιο δυτικό τμήμα της Γερμανίας και στο φτωχότερο ανατολικό. Παρουσιάζοντας τα πορίσματα της έρευνας κάλεσε, άλλωστε, το Βερολίνο να θέσει σε εφαρμογή ένα «εκτεταμένο σχέδιο για την εξάλειψη της φτώχειας», που μεταξύ άλλων θα προβλέπει αύξηση των επιδομάτων του κοινωνικού κράτους και του κατώτατου ωρομισθίου στα 13 ευρώ.
Στη Γερμανία η έννοια της φτώχειας ορίζεται από το πόσο το εισόδημα ενός νοικοκυριού επιτρέπει τη συμμετοχή στην κοινωνία. Με τα σημερινά δεδομένα, όποιο νοικοκυριό συγκεντρώνει λιγότερο από το 60% του μέσου εισοδήματος μιας περιοχής θεωρείται ότι βρίσκεται κοντά στα όρια της φτώχειας και κινδυνεύει να διολισθήσει σε φτώχεια.