Υπάρχουν φράσεις και διαθέσεις που χάνουμε στην πορεία μας;
Μάλλον ναι. Και μαζί τους χάνουμε και τις εκφράσεις που είχαμε μετουσιώσει στην καθημερινότητά μας και τις αντιπροσώπευαν. Για παράδειγμα, για χρόνια ο πρώτος χαιρετισμός δύο ανθρώπων που αντάμωναν είχε την εξής στιχομυθία:
- Τι κάνεις;
- Ας τα λέμε καλά.
Ήταν η ατάκα μίας εποχής που είχε αποδεχθεί πως η ζωή δεν μπορεί παρά να έχει τις δυσκολίες της και ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να τις αντιμετωπίζει με αισιοδοξία. Έκτοτε, κύλησε νερό στ’ αυλάκι. Η ευτυχία, επί των ημερών μας προβάλλεται ως το απόλυτο ζητούμενο και οι χαιρετισμοί μας ακολουθούν τα κελεύσματα:
- Τι κάνεις;
- Καλά.Το διφορούμενο ή το αντίθετο του «καλά» θα ‘μοιαζε με παραδοχή αποτυχίας και στους άκρως ανταγωνιστικούς καιρούς μας, ουδείς ευκολύνεται να ξεστομίσει κάτι ανάλογο. Εν τούτοις, τα πρόσωπα γύρω μας δυσκολεύονται να εναρμονιστούν με τα ρηθέντα. Παρατηρείς διαρκώς σφιγμένα χαρακτηριστικά και «κουμπωμένα» χαμόγελα. Οι νεοέλληνες ξανακύλησαν πλέον στις εποχές που σφίγγουν … κι άλλο το ζωνάρι. Μόνο που τώρα σφίγγουν ταυτόχρονα και τα χείλη και χαμογελούν βεβιασμένα. Και ο σύγχρονος χαιρετισμός τους, το "καλά" διεκδικεί θέση εραλδικού εμβλήματος για τις βαθιές ανάσες.
Κατά κανόνα σε αυτό το κρίσιμο σημείο αρχίζουν οι συμβουλές και οι ηθικολογίες. Μέσα στο γενικό πανικό μας, καθένας θα ήθελε να είναι και ... λιγάκι ένοχος, αρκεί η ενοχή να αποφέρει τα προσδοκώμενα. Το παραδεχόμαστε ιδιωτικώς αλλά το εξοστρακίζουμε δημοσίως. Όπως ακριβώς απαντάμε στο ερώτημα «τι κάνεις;»: κοφτά, υποκριτικά και … περήφανα. «Είμαι καλά»! Αν και εδώ ίσως ήταν πολυτιμότεροι ως συμβουλή οι στίχοι του ποιητή:
Και μόνο που υπάρχω, έχω περίσσευμα.Υπάρχουνε πλούσιοι ενδεείς κι ενδεείςπολύ πλούσιοι, όπως εγώ. Το σώμα μου ...