Αν και οι προοπτικές για τον ελληνικό τουρισμό στο σύνολό του είναι θετικές, το τουριστικό προϊόν της χώρας μας παραμένει σε μεγάλο βαθμό μονοδιάστατο και απειλούμενο από τον αυξανόμενο, διεθνή ανταγωνισμό.
Μια λύση στα ζητήματα αυτά θα μπορούσε να αποτελέσει η καλύτερη διασύνδεση του τουριστικού προϊόντος με τον κλάδο της αγροδιατροφής, η οποία αφορά τόσο στο τουριστικό προϊόν της χώρας γενικότερα, όσο και σε εκφάνσεις του θεματικού τουρισμού, όπως ο γαστρονομικός τουρισμός και ο αγροτουρισμός.
Ενδιαφέροντα στοιχεία για το θέμα, παρουσιάζονται σε νέα έρευνα της διαΝΕΟσις.
Μεταξύ άλλων σημειώνεται ότι: Το 30% των δαπανών του εγχώριου τουρισμού πηγαίνει στην εστίαση, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των δαπανών του εισερχόμενου τουρισμού φτάνει στο 18%.
Το 73,3% των προμηθειών των ξενοδοχείων αφορά σε τρόφιμα και ποτά.
Περίπου 60% των Ελλήνων ξενοδόχων προτιμούν να προμηθεύονται για τις επιχειρήσεις τους εγχώρια αγροδιατροφικά προϊόντα και
Το 30,4% των προμηθειών των ξενοδοχείων σε τρόφιμα/ποτά προέρχεται απευθείας από τους εγχώριους παραγωγούς.
Οι ξενοδόχοι όμως δεν επιλέγουν τα εγχώρια προϊόντα σε τόσο μεγάλο βαθμό, κυρίως επειδή υπάρχει αδυναμία κάλυψης της απαιτούμενης γκάμας, λόγω μη κάλυψης της ζήτησης και χαμηλότερης ποιότητας προϊόντων, εξαιτίας του υψηλότερου κόστους σε σχέση με τα εισαγόμενα, αλλά και διότι η συνεργασία με τους προμηθευτές είναι συχνά αναποτελεσματική.
«Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια μεγάλη στροφή στα ντόπια ποιοτικά προϊόντα γιατί δίνουν προστιθέμενη αξία στις παροχές της ίδιας της μονάδας» είπε στο Ράδιο Κρήτη ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Διευθυντών Ξενοδοχείων Γιώργος Πελεκανάκης επισημαίνοντας ότι αφορούν σε όλη τη γκάμα της εγχώριας παραγωγής, από το ελαιόλαδο και το μέλι, μέχρι τα αυγά, το κρέας, τα λαχανικά, τα γαλακτοκομικά .
Ο ίδιος τονίζει ότι οι θερμότεροι υποστηρικτές τους είναι οι μεγάλες ξενοδοχειακές αλυσίδες που τα διαφημίζουν και τα πουλάνε στους ξένους επισκέπτες οι οποίοι δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για την κρητική γαστρονομία. Το μεγάλο, ωστόσο, πρόβλημα το οποίο διογκώνεται συνεχώς, είναι η μειωμένη παραγωγή.
Οι εμπειρίες γαστρονομικού ενδιαφέροντος απορροφούν σημαντικό μερίδιο των δαπανών των επισκεπτών.
Μια εδραιωμένη γαστρονομική ταυτότητα διευκολύνει τον στρατηγικό σχεδιασμό του γαστρονομικού τουρισμού μιας χώρας, ωστόσο στην Ελλάδα φαίνεται να υπάρχει μια συγκεχυμένη αντίληψη ,για το πώς προσδιορίζεται η αμιγώς εθνική γαστρονομία.
Οι περιορισμένες ποσότητες οδηγούν τους επιχειρηματίες του τουρισμού να ορίζουν ευρύτερα το «τοπικό» για να συμπεριλάβουν προϊόντα από μια μεγαλύτερη περιοχή.
Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, ο γαστρονομικός τουρισμός διευκολύνει τη σύνδεση του αγροδιατροφικού κλάδου με το τουριστικό προϊόν, αρκεί τα στοιχεία του πρωτογενή τομέα να αξιοποιούνται κατάλληλα, ο όποιος αρνητικός αντίκτυπος να περιορίζεται και, τελικά, να εξασφαλίζεται ότι «ο γαστρονομικός τουρισμός θα φέρνει ψωμί στο τραπέζι όλων».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ηράκλειο: Σημάδια βελτίωσης για τον 26χρονο Μιχάλη στην Εντατική